- Ηλιογάβαλος
- (205 – 222 μ.Χ.). Αυτοκράτορας της Ρώμης (218-222). Ήταν νόθος γιος του Καρακάλλα και της Σωαιμιάδας, κόρης της Ιουλίας Μαίσας, γυναικαδελφής του Σεπτίμιου Σεβήρου. Σε παιδική ηλικία, έγινε αρχιερέας του θεού Ηλιογάβαλου στην Έμεσα της Συρίας, από όπου προέρχεται το επώνυμό του. Το πραγματικό του όνομα ήταν Βάριος Άβιτος Βασιανός. Μετά τη δολοφονία του Καρακάλλα, αναγορεύθηκε αυτοκράτορας από τη λεγεώνα της Έμεσας και αφού σκοτώθηκε o Μακρίνος –που διεκδικούσε τον θρόνο– πήγε στη Ρώμη, όπου εισήγαγε τη λατρεία του θεού του και θέλησε να την επιβάλει σε όλο τον κόσμο. Ήταν ωραίος και ακόλαστος, φορούσε στα ανάκτορά του γυναικεία ρούχα και είχε διαδοχικά σχέσεις με γεροδεμένους αθλητές και ωραίες γυναίκες. Το κράτος διοικούσαν ουσιαστικά η μητέρα, η γιαγιά και η θεία του. Ίδρυσε Σύγκλητο από γυναίκες και έβαλε σε δημοπρασία όλα τα δημόσια αξιώματα. Πήρε συνεργάτη τον εξάδελφό του Αλέξανδρο Σεβήρο, έπειτα όμως τον φθόνησε για την επιρροή που είχε στον στρατό και θέλησε να τον σκοτώσει. Οι πραιτωριανοί, όμως, που είχαν αγανακτήσει, σκότωσαν τον H. στις 11 Μαρτίου του 222 μ.Χ. και έριξαν το πτώμα του στον Τίβερη. Τον διαδέχτηκε ο Αλέξανδρος Σεβήρος.
Στα χρόνια του αυτοκράτορα Ηλιογάβαλου, η ρωμαϊκή ρεαλιστική ζωγραφική βρήκε τη μεγαλύτερη δικαίωσή της σε τοιχογραφίες που απεικόνιζαν κήπους. Οι τοιχογραφίες του είδους, όπως είναι αυτή στη φωτογραφία, η οποία θεωρείται η αρχαιότερη χρονολογικά, διακρίνονται για τον πλούτο των χρωμάτων τους και τη σωστή χρησιμοποίηση της προοπτικής. Σε αυτές τις τοιχογραφίες οι άνθρωποι απουσιάζουν, όμως οι φράχτες και οι κατασκευές αποτελούν μαρτυρίες της παρουσίας τους.
Dictionary of Greek. 2013.